1946: Το συνεργείο του Στέργιου Κύργου και των αδελφών Πασμάκη χτίζουν το σπίτι του Θεόδωρου Γ. Γόσια. Σε πρώτο πλάνο ο Θεόδωρος Γόσιας με την εγγονή του Μαρία Γ. Γόσια
Ο κλάδος επαγγελματιών, που παρουσίασε ιδιαίτερη ανάπτυξη ήδη από την αρχή της ιδρύσεως του νέου οικισμού της Κάτω Γοδοβάσδας, ήταν των χτιστών και μαραγκών.
Οι οικιστικές ανάγκες ήταν πολλές και πιεστικές, γιατί μετά τη μετεγκατάσταση έπρεπε να οικοδομηθεί ολόκληρο χωριό. Οι ντόπιοι τεχνίτες δεν επαρκούσαν, γι’ αυτό ήρθαν και εργάστηκαν χτίστες και από άλλα χωριά, κυρίως όμως από το Μέτσοβο. Αυτοί δίδαξαν πώς να λαξεύουν τις άσπρες και γκρίζες πέτρες, που υπήρχαν άφθονες στη δυτική πλαγιά του χωριού, κυρίως όμως πώς να σμιλεύουν τα μεγάλα “αγκωνάρια”, που τοποθετούνταν στις γωνίες και αποτελούσαν τη βάση για τη στερεότητα και τη στατική επάρκεια των λιθόχτιστων σπιτιών.
Ο Δημήτριος Πασμάκης μάλιστα, με καταγωγή από το Μέτσοβο, εγκαταστάθηκε μόνιμα στο χωριό, παντρεύτηκε και τα παιδιά του συνέχισαν την τέχνη του πατέρα τους σε συνεργασία και με τόν Καλομοιριώτη αρχιμάστορα Θεόδωρο Γάσια. Με τον καιρό συγκροτήθηκαν ομάδες ειδικευμένων χτιστών που αναλάμβαναν και κατασκεύαζαν λιθόχτιστα σπίτια, ισόγεια ή διώροφα. Δεν ακολουθούσαν ένα ομοιόμορφο σχέδιο, αλλά έχτιζαν τα σπίτια σύμφωνα με τις οδηγίες των ιδιοκτητών, στα πλαίσια των ιδιαίτερων οικογενειακών αναγκών τους. Πάντως το μαγειριό, η σημερινή κουζίνα ήταν ξεχωριστό κτίσμα.
Τα σπίτια, βέβαια, για να ολοκληρωθούν και κατοικηθούν χρειάζονται και μαραγκούς. Ξυλεία οι κάτοικοι προμηθεύονταν άφθονη από το δάσος, δωρεάν για τις στεγαστικές ανάγκες τους. Οι μαραγκοί είχαν ευρύ περιθώριο να επεξεργαστούν την ξυλεία και να διακοσμούν, εσωτερικά κυρίως, το κάθε σπίτι. Μερικοί, όπως ο Δημήτριος Κύργος, που του έμεινε το όνομα μαραγκός, εργάστηκαν με ιδιαίτερη επιμέλεια και καλλιτεχνικό μεράκι και κατασκεύσαν σκαλιστά νταβάνια και εξωτερικές πόρτες με πολύ ωραία σχέδια. Ο Κύργος είχε κατασκευάσει και το σκαλιστό δεσποτικό της παλιάς εκκλησίας. Στον τομέα της καλλιτεχνικής επεξεργασίας του ξύλου διακρίθηκε ο Γιώργος, γιος του Δημητρίου Πασμάκη. Αλλά και οι αδελφοί Δημήτριος, Γεώργιος και Κώστας Παπαδημητρίου συνέχισαν την παράδοση ως εξαίρετοι ξυλουργοί. Είναι αξιοσημείωτο ότι οι ίδιοι μαραγκοί κατασκεύαζαν και τα έπιπλα των σπιτιών, τραπέζια, κρεβάτια, καναπέδες, σκαμνιά, σοφράδες, πλάστες, πλαστήρια για πίτες. Σανίδες στα πρώτα χρόνια κατασκεύαζαν στα δύο υδροπρίονα που λειτουργούσαν, όπως προαναφέραμε, στην παλιά Γοδοβάσδα και αργότερα με χειροπρίονα στο κάτω χωριό.
Άλλοι είχαν ειδικευθεί στην κατασκευή γκαλντεριμνιών στις αυλές των σπιτιών και στους δρόμους. Μέχρι τα μέσα του 20ού αιώνα διακρίθηκε ο Αθανάσιος Μπεσίρης, ως ειδικός στα γκαλντερίμια, που ήρθε και εγκαταστάθηκε στο χωριό από τους Καλαρρύτες. Έτσι το χωριό μέχρι το τέλος περίπου του 19ου αιώνα ολοκληρώθηκε σχεδόν οικιστικά και παρουσίαζε μια πολιτισμένη εικόνα με καινούργια, ωραία πέτρινα σπίτια και δρόμους στρωμένους με γκαλντερίμια.